- Τήλεφ'
- Τήλεφε , Τήλεφοςmasc voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προεπιλογή — η, Ν 1. (τηλεφ.) το πρώτο στάδιο αναζήτησης τής γραμμής τού καλούμενου συνδρομητή στην αυτόματη τηλεφωνία 2. (ραδιοφ.) η πρώτη επιλογή ανάμεσα στις διάφορες εκπομπές που φθάνουν στην κεραία τού ραδιοφωνικού δέκτη … Dictionary of Greek